Η Ζώμινθος, το κεφαλοχώρι της Ιδαίας, δεν έχει ένα, μα δύο ιερά δέντρα. Το ένα, στο κέντρο του χωριού, είναι ο Κράταιγός της, που όχι μόνο προσφέρει τα άνθη του την άνοιξη και τούς καρπούς του το Φθινόπωρο, με τις θεραπευτικές τους ιδιότητες, αλλά είναι και πύλη. Μέσα από αυτόν όλοι οι κάτοικοι τής Ζωμίνθου μπορούν να επισκέπτονται φίλους και συγγενείς σε όλη την Ιδαία! Τον Σεπτέμβρη πάνε όπου έχει τρύγο και όλον το χειμώνα για ελιές. Αυτό το τελευταίο είναι πολύ εξυπηρετικό, γιατί κάθε βράδυ του χειμώνα μπορούν να επιστρέφουν σπίτι τους αντί να ξεχειμωνιάζουν όπου γίνεται το λιομάζωμα. Άλλωστε οι περισσότερες πύλες-δέντρα στην Ιδαία, είναι ελιές!
Όμως παρασύρθηκα. Λέγαμε για τα ιερά δέντρα τής Ζωμίνθου. Εκτός λοιπόν από τον Κράταιγο, το δεύτερο σε σπουδαιότητα ιερό δέντρο είναι η αρχαία Φιλύρα. Και την λέμε αρχαία γιατί είναι φυτεμένη εκεί όσα χρόνια υπάρχει το χωριό είναι πάνω από 600 ετών δηλαδή.
Την φύτεψαν οι πρώτοι κάτοικοι που ήρθαν κυνηγημένοι από τούς Ενετούς. Από αυτό καταλαβαίνουμε πόσο σημαντική την θεωρούσαν. Και είχαν πολλούς λόγους. Η Φιλύρα είναι ένα δέντρο με πολλές θαμαστές ιδιότητες. Όμως ας δούμε πώς οι ηρωίδες μας μιλάνε γι’ αυτήν:
Ήταν τέλη τού Μάη και ο ήλιος είχε ζεστάνει για τα καλά τη γη όλη μέρα. Τώρα, φεύγοντας, άφηνε πίσω του απαλές πορτοκαλιές αποχρώσεις. Ένα ελαφρύ αεράκι που φυσούσε έφερνε γλυκιές μυρωδιές από τούς γειτονικούς κήπους. Η Μαρία το υποδέχθηκε με χαρά καθώς ο ιδρώτας κυλούσε ποτάμι από το μέτωπό της βρέχοντας το άσπρο της μαντήλι. Ήταν στον κήπο και με μια τσάπα στο χέρι άνοιγε τα αυλάκια για το πότισμα. Σε λίγο άκουσε την πόρτα τού κήπου και γύρισε να δει. Ήταν το Δεσποινάκι της που έμπαινε φουριόζικο όπως πάντα, φορτωμένο με δύο καλάθια.
-Μαμά, ήρθα! Για δες, είναι αρκετά αυτά τα άνθη; Έφερα γεμάτα και τα δύο καλαθάκια μου! Σ’ αυτό εδώ, έχω τα άνθη τού κράταιγου και σε αυτό έβαλα άνθη και φύλλα τής φιλύρας.
-Ου βέβαια! Μια χαρά είναι. Όσα χωράνε στις τάβλες. Έλα πάμε να τα απλώσουμε στον ίσκιο να στεγνώσουν. Μ’ αυτά θα κάνουμε το γιατρικό για την καρδιά τής γιαγιάς. Θα της φτάσει για όλο το χρόνο. Σαν στεγνώσει, θα μαζέψουμε κι άλλα φύλλα Φιλύρας. Θα τα φυλάξουμε για να έχουμε κι εμείς όταν χρειάζεται.
-Και τι μας χρειάζονται εμάς μαμά; Μια χαρά δέν είναι η καρδιά σου;
-Φυσικά και είναι μια χαρά! Μα πες μου εσύ πρώτα: τί καταλαβαίνεις όταν μυρίζεις αυτά τα άνθη; Πώς ένιωθες σκαρφαλωμένη στα κλαδιά της την ώρα που ακουμπούσαν στα μάγουλα και στο κεφάλι σου;
-Ω μαμά, πώς γίνεται και ξέρεις πάντα τί έχω να σου πώ; Ήταν πραγματικά τόσο όμορφη εκείνη η ώρα! Ήταν σαν να ήμουν πάλι μωρό και να με είχες τυλίξει με μια κουβέρτα που μύριζε υπέροχα και με νανούριζες. Την ίδια ώρα, αισθανόμουν τόσο χαρούμενη που υπάρχει αυτό το φυτό που θα χαρίσει πολλά ακόμα όμορφα χρόνια στη γιαγιά και πολύ περήφανη που μπορώ εγώ να της το μαζέψω να της το πάω!
-Είδες που τα λες από μόνη σου; Η Φιλύρα είναι το δέντρο τής αγάπης, τής φροντίδας και τής δικαιοσύνης.
-Και σίγουρα υπάρχει ένας υπέροχος μύθος γι’ αυτήν, την διέκοψε, για μια ακόμα φορά, η κόρη της
-Ω κόρη μου, πώς ξέρεις πάντα, τί έχω να σου πω; Αστειεύτηκε η Μαρία. Ε λοιπόν ναι. Σύμφωνα με τούς μύθους, η Φιλύρα ήταν η μητέρα τού πρώτου θεραπευτή που περπάτησε σε αυτήν τη γη. Ή μήπως να πω κάλπασε; Έλα πάμε μέσα να πλύνουμε τα χέρια και να φτιάξουμε κάτι πρόχειρο για δείπνο, κι ύστερα θα σου πω τον μύθο.
Δέν χρειάστηκε δεύτερη φορά να το πει η Μαρία. Το Δεσποινάκι όταν ήταν να ακούσει μύθο, έκανε αμέσως ό,τι ζητούσε η μαμά. Μπήκε τρέχοντας μέσα στο σπίτι έριξε νερό στο λεκανάκι για το πλύσιμο των χεριών και σε λίγα λεπτά, ήταν έτοιμη καθισμένη στο τραπέζι.
Το δείπνο ήταν πραγματικά λιτό αλλά πεντανόστιμο. Ψωμί που είχε ζυμώσει η μαμά και τυρί από το μιτάτο τού μπαμπά, ντομάτες και αγγούρια από τον κήπο τους και φυσικά, τίλιο· το έγχυμα από τα φύλλα τής Φιλύρας που φέρνουν τον πιο γλυκό ύπνο.
-Λοιπόν μαμά, αν κατάλαβα καλά, είπες εκείνος ο θεραπευτής, κάλπασε; Ήταν η μαμά του Χείρωνα η Φιλύρα;;
-Ακριβώς. Μαμά του Χείρωνα· και πιο πριν, κόρη του Ωκεανού, νύμφη πανέμορφη και σοφή, με γνώσεις φερμένες από τα βάθη τής θάλασσας απ’ όπου προερχόταν, αλλά και τής γης όπου ζούσε. Ο Κρόνος γοητεύτηκε πολύ.
-Ο πατέρας τού Δία;
-Μα βέβαια. Που, όπως και ο Δίας αργότερα, συνήθιζε να κάνει σχέσεις κρυφά από την γυναίκα του. Και όπως ο Δίας φοβόταν την Ήρα, έτσι και ο Κρόνος φοβόταν την Ρέα. Όταν λοιπόν η Ρέα εμφανίστηκε την ώρα που ο Κρόνος ήταν με την Φιλύρα, εκείνος πήρε μια λαχτάρα κι όπου φύγει φύγει! Να φανταστείς για να τρέξει γρήγορα, αλλά και με την ελπίδα ότι δέν θα τον καταλάβει η γυναίκα του, μεταμορφώθηκε σε άλογο. Και διάλεξε την χειρότερη στιγμή να αλλάξει μορφή! Είμαστε σίγουροι γι’ αυτό, γιατί όταν ήρθε στο κόσμο ο γιός του από την τρελή αυτή κατάσταση, ο μίσος ήταν άλογο.
-Ωωωω, τι μου λες τώρα! Γι’ αυτό ο Χείρωνας ήταν Κένταυρος; Άπαπα κακό πράγμα η βιασύνη!
-Η μαμά του όμως δέν το είδε έτσι. Κάποιοι λένε ότι η Φιλύρα ντράπηκε πολύ για τη μορφή τού γιού της και ζήτησε να γίνει δέντρο για τον λόγο αυτό. Όμως μπορώ να σε βεβαιώσω· καμιά μητέρα με αγάπη όση είχε η Φιλύρα, δέν βλέπει το μωρό της σαν τέρας. Αγάπησε πάρα πολύ το μικρό κενταυράκι που βγήκε από μέσα της, κι έτσι εκείνος πήρε τα χαρακτηριστικά της. Ήταν γεμάτος σοφία και αγάπη για τον κόσμο, έγινε αγαπημένος δάσκαλος και μοναδικός θεραπευτής. Κάποια άλλη φορά θα πούμε για την ζωή τους σε μια σπηλιά στο Πήλιο, για τα πράγματα που τού δίδαξε και άλλα που έμαθε μόνος του ως αθάνατος θεός που ήταν. Αλλά και πώς και γιατί ενώ ήταν αθάνατος τελικά ζήτησε να πεθάνει. Για σήμερα μόνο να ξέρεις ότι η θλίψη για τον θάνατο του και όχι η ντροπή για την μορφή του έκανε την Φιλύρα δέντρο. Ένα δέντρο που ακόμα μας χαρίζει άφθονα δώρα.
-Κάτι μου λέει ότι έρχονται θεραπευτικές συνταγές με βότανα τώρα. Και νομίζω ότι σήμερα έχω πιο πολλή όρεξη να τις ακούσω από άλλες φορές. Μάλλον η ιστορία τού Χείρωνα με έκανε να θέλω να του μοιάσω.
-Μπορεί να έχεις όρεξη αλλά τα μάτια σου κλείνουν. Ήδη ξέρεις το γιατρικό τής γιαγιάς, την εφορία που φέρνει το άρωμά του και φυσικά τη νύστα που σου έφερε απόψε! Η μάθηση είναι πρωινή υπόθεση. Αύριο με το καλό που θα πίνουμε μαλοτήρα και το μυαλουδάκι σου θα είναι φρέσκο, θα πούμε κι άλλα πολλά για τον Χείρωνα κι όσες συνταγές τραβάει η ψυχή σου!